Η ανάπτυξη στην Δυτική Ελλάδα είναι μια συζήτηση που «τραβάει» σε βάθος χρόνου. Θα έλεγε κανείς ότι είναι η μόνιμη «επωδός» κάθε φόρουμ και κάθε δημόσιας πολιτικής αντιπαράθεσης, ιδίως μετά την περίοδο της αποβιομηχάνισης που άλλαξε το τοπίο και οδήγησε σε «μετεωρισμούς» σε σχέση με την πορεία της περιοχής.
Το ερώτημα εξακολουθεί να παραμένει ενεργό και να διατυπώνεται εμφατικά.
Σε ποιους άξονες μπορεί ή πρέπει να δομηθεί η ανάπτυξη στη Δυτική Ελλάδα;
Την απάντηση δίνει η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος η οποία χαρτογραφώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις ευκαιρίες για τις περιφέρειες της Πελοποννήσου και της Δυτικής Ελλάδας εκτιμά ότι η ανάπτυξη μπορεί να έρθει βασιζόμενη σε τοπικά σημεία υπεροχής, τα οποία την έχουν κατ΄ επανάληψη αναδείξει σε κοιτίδα δημιουργίας.
Τι λέει με λίγα λόγια η Εθνική; Ότι μπορεί εκ νέου η περιοχή να αξιοποιήσει τα σημεία υπεροχής της για να εδραιώσει μια σύγχρονη βάση ανάπτυξης, απελευθερώνοντας παράλληλα δευτερογενείς επιδράσεις ανόδου στο σύνολο της οικονομίας.
Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ
Με συνεισφορά της τάξης του 10% στο επιχειρηματικό ΑΕΠ της Ελλάδας, η περιοχή Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας παρουσιάζει μια μέση εικόνα σε όρους κατά κεφαλήν εισοδήματος, ωστόσο η πορεία της κατά την τελευταία 20ετια φανερώνει σημάδια δυσκολίας να ακολουθήσει πλήρως την ανοδική τάση της χώρας.
Η εικόνα αυτή μοιάζει ασύμβατη με την ιστορική εξέλιξη της περιοχής, η οποία έχει πολλάκις αποτελέσει προπύργιο ανάπτυξης και εξωστρέφειας για την Ελλάδα.
Από κοιτίδα του πρώτου πολιτισμού σε ελλαδικό έδαφος, μέχρι τον τόπο γέννησης των Ολυμπιακών Αγώνων, και μέχρι το σημείο εκκίνησης του σύγχρονου ελληνικού κράτους, η περιοχή αυτή συνεχώς αποδεικνύει ότι διαθέτει διαχρονικά συγκριτικά πλεονεκτήματα που της επιτρέπουν να ξεχωρίζει σε διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες, δίνοντας στον όρο «Ελλάδα» παγκόσμια εμβέλεια. Συγκεκριμένα, συνδυάζοντας εύφορη γη και ευνοϊκή γεωγραφική θέση, η περιοχή αυτή καταφέρνει να παράγει σταθερά πολιτισμό και καινοτομία.
Υπό αυτό το πλαίσιο, το ερώτημα είναι αν μπορούν αυτά τα 4 σημεία υπεροχής να ενωθούν ξανά στο σημερινό οικονομικό γίγνεσθαι και να λειτουργήσουν ως πυλώνες μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης, προσδίδοντας στην περιοχή δυναμική επανεκκίνηση με έμφαση στον εξωστρεφή της χαρακτήρα.
ΤΑ 4 ΣΗΜΕΙΑ
• Η εύφορη γη μπορεί να λειτουργήσει ως εξαγωγική βάση τροφίμων: Σταθερά πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της περιοχής έχει ο αγροδιατροφικός τομέας (καλύπτοντας το ⅓ της παραγωγικής δραστηριότητας, έναντι 13% κατά μέσο όρο στην υπόλοιπη Ελλάδα). Παράγοντας το 35-40% της εγχώριας παραγωγής, η ευφορία της περιοχής επίσης επιβεβαιώνεται από την ευρύτητα των προϊόντων γεωργίας και κτηνοτροφίας που παράγει, με κυρίαρχα το ελαιόλαδο, τα φρούτα-λαχανικά και την ιχθυοκαλλιέργεια.
Περαιτέρω ευκαιρίες για εξαγωγές υψηλής προστιθέμενης αξίας έγκεινται στην άμβλυνση διαρθρωτικών αδυναμιών του πρωτογενούς τομέα της Ελλάδας (σε όρους εκπαίδευσης, εμπορικής αξιοποίησης συνεταιρισμών, τυποποίησης, branding, R&D). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ενίσχυση τυποποίησης στο ελαιόλαδο (με μόλις το 30% των εξαγωγών να εξάγεται σήμερα τυποποιημένο).
• Η αξιοποίηση της γεωγραφικής θέσης απαιτεί υποδομές: H συγκυρία που διανύουμε είναι καίρια για τις υποδομές, καθώς η υψηλή διαθεσιμότητα ευρωπαϊκών πόρων αποτελεί μοναδική ευκαιρία για να καλυφθεί σημαντικό μέρος του κενού υποδομών που δημιουργήθηκε στα χρόνια της κρίσης. Με την περιοχή να έχει απορροφήσει την τελευταία 20ετία επενδύσεις υποδομών ανά έκταση οριακά χαμηλότερες του εθνικού μέσου όρου, το κενό είναι και εδώ ορατό. (Ωστόσο, ειναι θετικό ότι την τελευταια τετρατετία η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας παρουσιάζει μία ραγδαία αύξηση στην απορροφητικότητα κονδυλίων, όπως ΕΣΠΑ)
Πέρα από τις βασικές υποδομές (άρδευση, διαχείριση απορριμμάτων κτλ), οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις σε μεταφορές (λιμάνια, μαρίνες, αυτοκινητόδρομοι, σιδηροδρομικές συνδέσεις) εκτιμάται ότι θα έχουν την υψηλότερη ευεργετική επίδραση στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, ενώ πράσινη ενέργεια (και αποθήκευση αυτής) και ευρυζωνικότητα θα έχουν επίσης θετικές αποδόσεις.
• Ο πολιτισμός του παρελθόντος μπορεί να λειτουργήσει ως μαγνήτης εναλλακτικού τουρισμού: Σε αντίθεση με την πρωταγωνιστική θέση στην πρωτογενή παραγωγή, ο τουριστικός τομέας της περιοχής εμφανίζει σχετική υστέρηση και χαμηλή εξωστρέφεια (καλύπτοντας το 6-7% των συνολικών διανυκτερεύσεων χώρας και μόλις το 3% των διανυκτερεύσεων εξωτερικού).
Η πολιτιστική κληρονομιά (συγκεντρώνοντας 5 από τα 18 μνημεία UNESCO της χώρας) και τα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής (γαλάζιες σημαίες, κοντινά νησιά, φύση) συνθέτουν ένα μωσαϊκό που μπορεί να αποτελέσει την βάση εναλλακτικών μορφών τουρισμού (όπως πολιτιστικός, ναυτικός, οινοτουρισμός, αθλητικός), με οφέλη σε όρους επέκτασης τουριστικής περιόδου και αυξημένης δαπάνης. Παράλληλα, στρατηγικό πλεονέκτημα σε αυτή την προσπάθεια είναι η απουσία κορεσμού (σε συνδυασμό με τη χαμηλή εξάρτηση από πρακτορεία και μαζικό τουρισμό) δίνοντας την ευκαιρία η περιοχή να τοποθετηθεί σωστά στην υψηλής δαπάνης διεθνή τουριστική αγορά.
• Η εμπορική αξιοποίηση της καινοτομίας αποτελεί το στοίχημα του σήμερα: Σε αντιστοιχία με την ιστορική της πορεία, η περιοχή συνεχίζει να παράγει πρωτογενή καινοτομία, με την Πάτρα να αποτελεί τον πυρήνα της ερευνητικής δραστηριότητας. Ωστόσο, ενώ η περιοχή συνολικά έχει παρόμοιο ποσοστό πρωτογενούς R&D με την Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, η εμπορική αξιοποίησή της παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα (με το επιχειρηματικό R&D σχεδόν στο ½ της Ελλάδας, σε όρους ποσοστού στο ΑΕΠ).
Καθένας από τους τέσσερις παραπάνω πυλώνες μπορεί να δώσει αναπτυξιακή ώθηση στην περιοχή Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας, ενώ η παράλληλη ανάδειξή τους μπορεί να προσφέρει εκρηκτική άνοδο στην τοπική οικονομία λόγω των σημαντικών συνεργειών που προκύπτουν. Ενδεικτικά, η αναβάθμιση υποδομών στηρίζει τόσο τον τουρισμό (προσβασιμότητα) όσο και την εξαγωγική δραστηριότητα (συνδυασμένες μεταφορές), ενώ η χρήση τεχνολογίας στη γεωργική παραγωγή μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερης προστιθέμενης αξίας τρόφιμα. Επιπλέον, αυτή η βάση ανάπτυξης των 4 κλάδων με τη σειρά της αναμένεται να απελευθερώσει δευτερογενείς επιδράσεις σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων (λοιπή βιομηχανία, εμπόριο, υπηρεσίες, κατασκευές) στηρίζοντας συνολικά την τοπική αλλά και την εγχώρια οικονομία.
Κρίσιμοι καταλύτες για να ανασυσταθεί το «αναπτυξιακό παζλ» της περιοχής είναι οι επενδύσεις (επιχειρηματικές και υποδομών) και η διάθεση για συνεργασία (μεταξύ των επιχειρήσεων αλλά και ανάμεσα σε επιχειρήσεις, ακαδημαϊκό χώρο και Πολιτεία). Συνεπώς, εξαιρετικά ευοίωνο για το μέλλον είναι το γεγονός ότι τα δύο αυτά στοιχεία παρουσιάζουν, βάσει δεδομένων από τις έρευνες της ΕΤΕ, φανερά σημάδια αφύπνισης στη χώρα μας και εμφατικά στην εν λόγω περιοχή (με σχεδόν το ½ του επιχειρηματικού τομέα να αυξάνει τις επενδύσεις του κατά την επόμενη τριετία, έναντι ⅓ για τη λοιπή Ελλάδα).
Μετατρέποντας τη διάθεση αυτή σε επενδύσεις και συνεργατικά σχήματα, η Πελοπόννησος και η Δυτική Ελλάδα μπορούν να αξιοποιήσουν τα φυσικά συγκριτικά τους πλεονεκτήματα και να ξεκινήσουν μία νέα τροχιά δυναμικής ανάπτυξης, δημιουργίας και εξωστρέφειας.
Τα πανεπιστήμια της Δυτικής Ελλάδας, μοχλός ανάπτυξης καινοτομίας
Η οικονομία σε αριθμούς – Η ταυτότητα της περιφέρειας
Μερίδια στην Ελλάδα
Ανατολική*
περιοχή
Δυτική*
περιοχή
ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Εργαζόμενοι 5,5% 5,6%
Πληθυσμός 5,3% 6,1%
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΕΠ (επιχειρηματικό)** 4,5% 4,8%
Επενδύσεις (επιχειρηματικές)** 5,5% 5,1%
Έκταση 11,8% 8,6%
Καλλιεργήσιμη γη 9,4% 7,8%
R&D δημόσιες δαπάνες 2,2% 7,0%
R&D ιδιωτικές δαπάνες 2,7% 2,2%
Εξαγωγές σύνολο 3,2% 2,6%
Εξαγωγές τροφίμων 7,7% 8,0%
ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Γεωργική παραγωγή 12,9% 12,1%
Κτηνοτροφική παραγωγή 7,6% 7,4%
ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
Κλίνες ξενοδοχείων (σύνολο) 4,5% 2,2%
Κλίνες ξενοδοχείων (4&5 αστέρια) 3,6% 1,8%
Αφίξεις εξωτερικού (ξενοδοχεία) 2,4% 1,2%
Διανυκτερεύσεις εξωτερικού (ξενοδοχεία) 1,7% 1,0%
Κρουαζιέρα (επιβάτες) 1,1% 5,7%
Αφίξεις σε λιμάνια (συνολικοί επιβάτες) 1,6% 5,6%
Αφίξεις εξωτερικού σε αεροδρόμια 0,7% 1,8%
Επισκέψεις σε μουσεία 1,7% 3,0%
Επισκέψεις σε αρχαιολογικούς χώρους 14,4% 3,8%
Όλα τα στοιχεία του πίνακα αφορούν την τελευταία διαθέσιμη πληροφόρηση
Για τους σκοπούς της ανάλυσης εξετάζονται από κοινού οι νομοί Πελοποννήσου και Αιτωλοακαρνανίας, διαχωρίζοντας όπου κρίνεται απαραίτητο βάσει διοικητικών περιφερειών σε Ανατολική περιοχή (διοικητική περιφέρεια Πελοποννήσου: Νομοί Αργολίδας, Αρκαδίας, Κορινθίας, Λακωνίας και Μεσσηνίας) και Δυτική περιοχή (διοικητική περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας: Νομοί Αιτωλοακαρνανίας, Αχαΐας και Ηλείας).
Από τον επιχειρηματικό τομέα εξαιρούνται η ενέργεια, ο χρηματοοικονομικός και δημόσιος τομέας
Εστιάζοντας το φακό στην Πελοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα
Σε κλαδικό επίπεδο, η οικονομία της περιοχής στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον αγροδιατροφικό τομέα (πρωτογενής παραγωγή και βιομηχανία τροφίμων-ποτών), ο οποίος καλύπτει περίπου 1/3 της επιχειρηματικής προστιθέμενης αξίας της περιοχής, έναντι 13% στη λοιπή Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, σχετική υστέρηση εντοπίζεται σε λοιπές βιομηχανικές δραστηριότητες και υπηρεσίες (μεταξύ των οποίων και ο τουρισμός) – κυρίως για τη Δυτική περιοχή.
✓ Το ελαφρώς πτωτικό μερίδιο της περιοχής στο επιχειρηματικό ΑΕΠ την τελευταία εικοσαετία (9,3% το 2021, από 10,2% το 2001) υποδηλώνει ότι δυσκολεύεται να ακολουθήσει τη δυναμική της χώρας, κάτι που δε συνάδει με την ιστορική της πορεία.
ΤΡΟΦΙΜΑ: Ανοδικά μερίδια στις διεθνείς αγορές αλλά και ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών …
✓ Ξεκινώντας από τον πρώτο πυλώνα ανάπτυξης για την περιοχή, υπογραμμίζεται ότι τα τρόφιμα αποτελούν βασικό εξαγωγικό προϊόν για τη χώρα (καλύπτοντας το 1⁄4 των ελληνικών εξαγωγών αγαθών). Την τελευταία 20ετία, ο εγχώριος κλάδος κατάφερε να ενισχύσει το μερίδιό του στις ευρωπαϊκές εξαγωγές (σε 1,5% το 2022, από 1,4% το 2002), αποδεικνύοντας ότι υπάρχει ισχυρή διεθνής ζήτηση για ελληνικά τρόφιμα.
✓ Ωστόσο, οι αυξημένες εξαγωγές της τελευταίας 20ετίας (σχεδόν τριπλασιάστηκαν) σε μεγάλο βαθμό υποκατέστησαν την πτωτική – λόγω οικονομικής κρίσης – εγχώρια ζήτηση στο αντίστοιχο διάστημα, ενώ η αγροτική παραγωγή σημείωσε χαμηλή ανάπτυξη (+15% στο αντίστοιχο διάστημα, έναντι 35% στην Ευρώπη). Συνεπώς, η μεσοπρόθεσμη προοπτική του κλάδου περνά μέσα από την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης και ειδικότερα μέσω διαρθρωτικών αλλαγών σε κρίσιμους τομείς που προσδίδουν προστιθέμενη αξία (π.χ. τυποποίηση, branding, R&D, αξιοποίηση συνεταιρισμών για οικονομίες κλίμακας) όπου η Ελλάδα σημειώνει υστέρηση 40-90% έναντι άλλων μεσογειακών χωρών. Βάσει οικονομετρικών υποδειγμάτων της ΕΤΕ, η σύγκλιση στο μεσογειακό μέσο όρο θα μπορούσε να αυξήσει τις πωλήσεις της ελληνικής αγροδιατροφής κατά €35 δις, με το 1/3 της απόκλισης να θεωρείται εφικτό έως το 2026.
✓ Η περιοχή Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας αποτελεί σημαντικό τροφοδότη της χώρας, καλύπτοντας το 35-40% της εγχώριας παραγωγής, ενώ έχει υψηλές επιδόσεις σε ένα μεγάλο εύρος καλλιεργειών και κτηνοτροφίας, επιβεβαιώνοντας την υψηλή ευφορία του εδάφους της.
✓ Κυρίαρχο ρόλο στην τοπική παραγωγή έχουν παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα. Συγκεκριμένα, i) στο ελαιόλαδο η περιοχή καλύπτει το 40% των ελληνικών εξαγωγών), ii) σε φρούτα και λαχανικά καλύπτει το 23% των ελληνικών εξαγωγών (με κορυφαία τα εσπεριδοειδή, πεπονοειδή και πατάτες) ενώ iii) συγκεντρώνει το 1/3 της παραγωγικής δυναμικότητας της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας.
✓ Δεδομένου αυτού του προσανατολισμού, ενδεικτικό του οφέλους διαρθρωτικών αλλαγών είναι ότι η αυξημένη τυποποίηση στο ελαιόλαδο (μόλις 30% των εξαγωγών έναντι 68% στην Ισπανία και σχεδόν 100% στην Ιταλία) μπορεί να προσφέρει υπεραξία της τάξης των €1,3/κιλό, ενώ στα φρούτα υπάρχει δυνατότητα διπλασιασμού τιμής εξαγωγών μέσω αποτελεσματικού branding (ακολουθώντας το παράδειγμα χωρών με αντίστοιχα χαρακτηριστικά όπως η Χιλή).
ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ: Με κερδισμένο το στοίχημα της πανδημίας, επόμενος στόχος είναι η διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος…
✓ Περνώντας στον δεύτερο αναπτυξιακό πυλώνα, ο ελληνικός τουρισμός δείχνει τα τελευταία χρόνια μια ισχυρή δυναμική, καθώς η έντονη ανάπτυξη της περιόδου 2013-2019 (+12% ετησίως σε τουριστικές αφίξεις, διπλάσια από τον παγκόσμιο μέσο όρο) ακολουθήθηκε από γρήγορη ανάκαμψη από την πανδημία (έχοντας σχεδόν αναπληρώσει τις επιδόσεις του 2019, ταχύτερα από ανταγωνιστικές χώρες μεσογείου).
Η δυναμική αυτή αντικατοπτρίστηκε σε συνεχή αύξηση μεριδίων στη Μεσόγειο, καλύπτοντας 19% των διανυκτερεύσεων εξωτερικού το 2022, από 18% το 2019 και 14% το 2013, ενώ θετικές είναι και οι ενδείξεις για τη σχετική θέση της χώρας την επόμενη δεκαετία.
✓ Ακόμα υψηλότερη κρίνεται η προοπτική από τη στροφή σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού – πέρα από το μοντέλο «Ήλιος & Θάλασσα» στο οποίο στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό η τουριστική ανάπτυξη της χώρας ως τώρα. Ενδεικτικά, η περαιτέρω προώθηση πολιτιστικού ή ναυτικού τουρισμού (με την Ελλάδα να είναι προικισμένη με σχετικά χαρακτηριστικά) θα μπορούσε να συνεισφέρει σημαντικά τόσο στην επέκταση της τουριστικής περιόδου, όσο και στην προσέλκυση τουριστών υψηλότερου εισοδήματος (25-80% υψηλότερη ημερήσια δαπάνη συγκριτικά με το μοντέλο Ήλιος & Θάλασσα βάσει διεθνών ερευνών).
✓ Σε αντίθεση με την αγροδιατροφή, ο τουριστικός τομέας παρουσιάζει ( σχετική υστέρηση συγκριτικά με τα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής (καλύπτοντας το 7% των ξενοδοχειακών κλινών χώρας), και χαμηλή εξωστρέφεια (καλύπτοντας μόλις το 3% στον τουρισμό εξωτερικού). Η πολιτιστική κληρονομιά (με 5 από τα 18 μνημεία UNESCO της Ελλάδας) και τα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής (γαλάζιες σημαίες, κοντινά νησιά, φύση) συνθέτουν ένα μωσαϊκό που μπορεί να αποτελέσει την βάση εναλλακτικών μορφών τουρισμού (όπως πολιτιστικός, ναυτικός, οινοτουρισμός, αθλητικός), με οφέλη σε όρους επέκτασης τουριστικής περιόδου και αυξημένης δαπάνης (με την περιοχή να υστερεί κατά 25% έναντι του ελληνικού μέσου όρου).
✓ Στρατηγικά πλεονεκτήματα για την περιοχή σε αυτή την προσπάθεια είναι η απουσία κορεσμού (σε συνδυασμό με χαμηλή εξάρτηση από πρακτορεία και μαζικό τουρισμό) και η ευκαιρία να τοποθετηθεί στη διεθνή τουριστική αγορά με διαφοροποιημένο τουριστικό μοντέλο που θα βασίζεται στις εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Επιπλέον ο ισχυρός τουρισμός δύναται να ενισχύσει τον πρώτο πυλώνα (της αγροτοπαραγωγής) μέσω της προώθησης τοπικών προϊόντων σε ξενοδοχεία και επιχειρήσεις εστίασης.
✓ Ως τρίτος πυλώνας ανάπτυξης, η ενίσχυση υποδομών αποτελεί σημαντική πρόκληση για την Ελλάδα, καθώς καλείται να ανακτήσει το χαμένο έδαφος από την περίοδο της οικονομικής κρίσης, κατά την οποία δημιουργήθηκε ένα επενδυτικό κενό με την Ευρώπη της τάξης των €32 δις (ετήσιες επενδύσεις της τάξης του 4,8% του ΑΕΠ, έναντι 6,4% προ κρίσης – ποσοστό συγκρίσιμο με την Ευρώπη).
✓ Θετικά προσμετράται στην τρέχουσα συγκυρία, η διαθεσιμότητα σημαντικών ενισχύσεων για επενδύσεις μέσω τακτικών και έκτακτων πόρων της Ε.Ε., συνολικού ύψους της τάξης των €80 δις για την επόμενη τετραετία. Με σχεδόν το 1⁄2 αυτών να αποτελεί έκτακτους πόρους (Ταμείο Ανάκαμψης και RΕPowerEU), η συγκυρία κρίνεται ως μοναδική ευκαιρία. Καθώς εκτιμάται ότι σχεδόν 1/3 των ενισχύσεων θα κατευθυνθεί σε επενδύσεις υποδομών (μεταφορές, ενέργεια, ψηφιακή μετάβαση), η αντιμετώπιση της άνω υστέρησης τίθεται σε στέρεες βάσεις.
✓ Η περιοχή της Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας, σημειώνοντας μικρή υστέρηση (της τάξης του 10%) έναντι της λοιπής Ελλάδας σε ένταση επενδύσεων υποδομών (ανά έκταση) την τελευταία 20ετία, φαίνεται να συμμετέχει σε αυτή την προσπάθεια, δείχνοντας κινητικότητα σε όλες τις κύριες κατηγορίες επενδύσεων, δημιουργώντας συνέργειες με ένα μεγάλο εύρος δραστηριοτήτων.
Πέρα από τις βασικές υποδομές (άρδευση, διαχείριση απορριμμάτων κτλ), οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις σε μεταφορές (λιμάνια, μαρίνες, αυτοκινητόδρομοι, σιδηροδρομικές συνδέσεις) εκτιμάται ότι θα έχουν την υψηλότερη ευεργετική επίδραση στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, ενώ πράσινη ενέργεια (και αποθήκευση αυτής) και ευρυζωνικότητα θα έχουν επίσης θετικές αποδόσεις.
✓ Άξιο μνείας είναι το γεγονός ότι οι επιχειρηματίες της περιοχής εμφανίζονται συνειδητοποιημένοι για τη σημασία των υποδομών. Συγκεκριμένα, βάσει ερευνών της ΕΤΕ*, ποσοστό της τάξης του 40% θεωρεί ότι έχει ωφεληθεί σημαντικά από τις επενδύσεις υποδομών των τελευταίων ετών (έναντι ποσοστού της τάξης του 30% για τη λοιπή χώρα).
Τεχνολογία
✓ Περνώντας στον τέταρτο και τελευταίο πυλώνα ανάπτυξης – αυτόν της τεχνολογίας – σε εθνικό επίπεδο διαπιστώνεται σταδιακή πορεία άμβλυνσης του τεχνολογικού κενού με την Ευρώπη, με τις ιδιωτικές δαπάνες R&D να διπλασιάζονται την τελευταία εικοσαετία (σε 0,8% του ΑΕΠ το 2022, από 0,4% το 2002), παραμένοντας ωστόσο σχεδόν στο 1⁄2 του ευρωπαϊκού μέσου όρου (ενώ σε δημόσιες δαπάνες είναι ήδη σε ευρωπαϊκά επίπεδα).
✓ Το παραπάνω επιβεβαιώνεται και από τη σταδιακή ενίσχυση της συνεισφοράς των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας στις εξαγωγές, η οποία ήταν της τάξης του 23% το 2022, από 20% το 2022 (και 49% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη). με την ευκαιρία για την περιοχή να έγκειται στην επιχειρηματική αξιοποίηση της υψηλής πρωτογενούς καινοτομίας.
✓ Τόσο η Πελοπόννησος όσο και η Δυτική Ελλάδα εμφανίζουν υστέρηση ως προς τις ιδιωτικές δαπάνες R&D (σχεδόν 1⁄2 της Ελλάδας, σε όρους ποσοστού στο ΑΕΠ), η οποία αποτυπώνεται και σε χαμηλή διείσδυση εξαγωγών υψηλής τεχνολογίας.
✓ Ωστόσο, σημαντική ευκαιρία για την περιοχή αποτελεί η επιχειρηματική αξιοποίηση της υψηλής καινοτομίας δημοσίου τομέα στη Δυτική Ελλάδα που ξεπερνά ακόμα και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (1,2% του ΑΕΠ, έναντι 0,6% αντίστοιχα) αντικατοπτρίζοντας κυρίως δραστηριότητα στον τομέα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Πολυτεχνική σχολή Πατρών). Θετική προς αυτή την κατεύθυνση είναι η κινητικότητα σε ιδιωτικές πρωτοβουλίες στην περιοχή με υψηλό τεχνολογικό αποτύπωμα (επιστημονικά πάρκα, κέντρα αριστείας, μονάδες παραγωγής φαρμάκων και πρώτων υλών).
Συνδέοντας τα κομμάτια της βάσης ανάπτυξης, ενισχύεται η εξωστρέφεια και απελευθερώνεται δευτερογενές κύμα δυνάμεων στην τοπική οικονομία