Παρά τον φόρτο εργασίας και τις υποχρεώσεις, η Γιούλικα Χριστακοπούλου και η Ελένη Σιμώνη είναι ιδιαίτερα χαρούμενες αυτή την περίοδο. Οι δύο αρχαιολόγοι της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαΐας και του Πανεπιστημίου Πατρών αντίστοιχα, έμαθαν πρόσφατα ότι η ερευνητική πρόταση που υπέβαλαν πέρυσι στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ έλαβε μια σημαντική υποτροφία από το ίδρυμα.
Τον ερχόμενο Ιανουάριο αναχωρούν για τις ΗΠΑ. Τι θα μελετήσουν εκεί; Η πρότασή τους έχει τίτλο «Cracking the Code; Symbols, meanings and networks in Early Iron Age Greece. Evidence from the Stamna pottery», πράγμα που σημαίνει ότι θα επιχειρήσουν να αποκωδικοποιήσουν τα σύμβολα και τα νοήματα που διακρίνουν πίσω από τη διακόσμηση περίπου 700 αγγείων της ύστερης πρωτογεωμετρικής περιόδου, τα οποία ανασκάφηκαν πριν από χρόνια σε ένα νεκροταφείο στη Σταμνά Αιτωλοακαρνανίας. Και όπως εκτιμούν οι ίδιες, έχουν απέναντί τους έναν «συναρπαστικό γρίφο».
«Αυτό που μας γοήτευσε ιδιαίτερα στα κεραμικά της Σταμνάς ήταν τα περίπλοκα γεωμετρικά μοτίβα τους», λένε στην «Κ» η Γιούλικα Χριστακοπούλου και η Ελένη Σιμώνη. «Με μια πρώτη ματιά φαίνεται να αποτελούν απλά γραμμικά σχέδια, που περιβάλλουν το αγγείο σε διάφορα ύψη. Αλλά μια πιο προσεκτική παρατήρηση του συνόλου τους, αποκαλύπτει έναν εμπνευσμένο γεωμετρικό σχεδιασμό σε σύλληψη και απόδοση».
Εντυπωσιασμένες από τον πλούτο των ευρημάτων στη Σταμνά, τα οποία συνδέονται με την ελίτ της τοπικής κοινωνίας και αποκαλύπτουν την πολυπλοκότητα του πολιτισμού της εποχής του Σιδήρου στην περιοχή, οι δύο αρχαιολόγοι αναρωτιούνται αν τα μοτίβα των υπό μελέτη αγγείων οφείλονται σε απλή έμπνευση, αν προέκυψαν από την παρατήρηση γεωμετρικών μοτίβων στο φυσικό περιβάλλον ή αν αποτελούν τελικά κληρονομιά ενός πολιτισμού που προηγήθηκε της Σταμνάς και που κατόπιν μετουσιώθηκε και εξελίχθηκε. «Η μυκηναϊκή και ομηρική παράδοση ήταν ριζωμένες βαθιά στη γεωγραφική αυτή περιφέρεια», εξηγούν οι δύο ερευνήτριες «και τα αριστοκρατικά γένη δεν έχαναν την ευκαιρία να επιδιώκουν τη σύνδεσή τους με το ηρωικό παρελθόν και να προβάλλουν τις μυκηναϊκές καταβολές τους».
Υπό αυτή την έννοια, δεν μοιάζουν καθόλου αδόκιμα τα βασικά ερωτήματα που θέτουν οι αρχαιολόγοι και τα οποία περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Δεδομένου ότι ο οικισμός της Σταμνάς ήταν αξιοσημείωτα ακμαίος στην υπό μελέτη εποχή», λένε, «ήταν τα διακοσμητικά μοτίβα, μεταξύ άλλων, ο συνδετικός κρίκος που καθόριζε τα προνόμια μιας συγκεκριμένης ελίτ σε σύγκριση με άλλες σύγχρονες θέσεις της ευρύτερης περιοχής; Και αν ναι, από τη σκοπιά της κοινωνικής ανάλυσης, τα μοτίβα που κοσμούσαν την κεραμική της Σταμνάς θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως ειδικοί δείκτες αυτής της συγκεκριμένης ελίτ, δηλαδή ως σύμβολα κοινωνικού κύρους που έχουν επιλεγεί προσεκτικά ώστε να αντιπροσωπεύουν τη θέση και τη συμβολή της στη λειτουργία της κοινότητας; Επίσης, τι είδους σχέσεις ή ροές μπορεί να αναπτύχθηκαν μεταξύ της Σταμνάς και των άλλων κέντρων της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στον ελλαδικό και διεθνή χώρο;».
«Μια πιο προσεκτική παρατήρηση του συνόλου τους αποκαλύπτει έναν εμπνευσμένο γεωμετρικό σχεδιασμό σε σύλληψη και απόδοση».
Συλλογική ταυτότητα
Το τελευταίο ερώτημα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Γιατί το υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας και καλλιτεχνικής έκφρασης που διακρίνει τα επαναλαμβανόμενα και συμμετρικά μοτίβα των αγγείων της Σταμνάς, υποδηλώνει σύμφωνα με τις αρχαιολόγους συλλογική ταυτότητα και κοινωνικές αντιλήψεις εντός του ευρύτερου γεωγραφικού περιβάλλοντος του Αιγαίου και της Μεσογείου. Με αυτό σαν δεδομένο, η Γιούλικα Χριστακοπούλου και η Ελένη Σιμώνη θα αναζητήσουν μια νέα ερμηνευτική προσέγγιση του νοήματος και της χρήσης των μοτίβων των αγγείων, «εκλαμβάνοντάς τα ως φορείς μηνυμάτων και συμβολισμών που βασίζονται σε έναν ιδιαίτερο κώδικα επικοινωνίας». Τι αφορά ο κώδικας αυτός; Μεταξύ άλλων, «θέματα που αφορούν καθοριστικά στάδια της ζωής του ανθρώπου, όπως η γέννηση, ο γάμος, ο θάνατος», σημειώνουν οι δύο αρχαιολόγοι και συνεχίζουν: «Πιστεύουμε πως συγκριτικές μελέτες με κεραμικά από γειτονικές –και όχι μόνο– περιοχές, θα μπορούσαν να αποκαλύψουν μοτίβα πολιτιστικής διάχυσης, εμπλουτίζοντας περαιτέρω την κατανόηση των αλληλεπιδράσεων των αρχαίων κοινωνιών».
Στις οποίες κοινωνίες, εξάλλου, τέτοιες αλληλεπιδράσεις και μηχανισμοί επικοινωνίας εξυπηρετούσαν πολύπλευρους σκοπούς. Διευκόλυναν το εμπόριο και τις οικονομικές ανταλλαγές, δημιουργούσαν κοινωνικά και πολιτιστικά δίκτυα, προωθούσαν ένα περιβάλλον συνεργασίας και διπλωματίας, ενθάρρυναν την πνευματική ανάπτυξη και τον φιλοσοφικό διάλογο, επέτρεπαν την ανταλλαγή θρησκευτικών πεποιθήσεων κ.ά.
Ολα αυτά, ωστόσο, θέλουν καιρό για να απαντηθούν. Η Γιούλικα Χριστακοπούλου και η Ελένη Σιμώνη έχουν μακροπρόθεσμο στόχο και τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου εργαστηρίου, που θα μελετάει τη διάδοση του πρώιμου ελληνικού κεραμικού πολιτισμού, καθώς και τη σύνθεση μιας σχετικής μονογραφίας. «Οσον αφορά την τελική δημοσίευση των αποτελεσμάτων μας», καταλήγουν, «δεδομένης της δέσμευσης του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών για αριστεία, αναμένεται ότι η έρευνα που θα διεξαχθεί στο πλαίσιο της υποτροφίας θα είναι υψηλής ποιότητας και μπορεί να χρειαστεί σημαντικό χρονικό διάστημα».