Ο Παναιτωλικός έδωσε χθες το τέταρτο παιχνίδι της φετινής σεζόν κόντρα στον Αστέρα Τρίπολης, όμως για άλλη μία φορά έφυγε από το γήπεδο χωρίς τους τρεις βαθμούς.
Για τον αγώνα μπορούν να γίνουν αναλύσεις επί αναλύσεων, αλλά αυτό δεν αλλάζει το τελικό αποτέλεσμα. Είχε πολλά κοινά με παιχνίδια της περσινής σεζόν στην έναρξη του πρωταθλήματος, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον Παναιτωλικό να μπλέκει και να σώζεται στο τέλος. Βέβαια, είχε και πολλές διαφορές.
Η γκαντεμιά
Στα κοινά, ήταν η γκαντεμιά που ήθελε τον Παναιτωλικό να παίζει με παίκτη λιγότερο, αφού δεν ήταν λίγες οι περσινές αποβολές στο πρώτο μισό της σεζόν. Επίσης στα κοινά ήταν και οι εμμονές με επιλογές που δεν «βγαίνουν», αλλά συνεχίζουν να γίνονται.
Όταν κάτι δεν αποδίδει, πρέπει να αλλάζει, ώστε τελικά να έρθει το πολυπόθητο αποτέλεσμα, σε κάθε τομέα της ζωής. Έτσι και στο ποδόσφαιρο, σε κάθε ομάδα που δεν παίρνει αυτό που θέλει, είτε από κάποιον ποδοσφαιριστή, προπονητή, διοικητικό παράγοντα ή γενικότερα, οποιονδήποτε μπορεί να επηρεάσει με την απόδοση ή τις αποφάσεις του, πρέπει να ακολουθούν αλλαγές.
Εμμονές και άρνηση για αλλαγές
Αν δεν γίνουν αυτές οι αλλαγές στην πράξη, δεν μπορεί να αλλάξει και το τελικό αποτέλεσμα. Αυτό ισχύει και στον Παναιτωλικό. Όταν λοιπόν για άλλο ένα παιχνίδι αγωνίζεσαι με αμυντικό μέσο ή και κεντρικό μέσο, όπως θες πες τον, τον Ντάλσιο, ο οποίος δεν είναι τίποτα από τα δύο και δεν βοηθά ουσιαστικά, ούτε ανασταλτικά, ούτε δημιουργικά. Όταν τον μεταθέτεις σε αριστερό μπακ γιατί έχεις την γκαντεμιά να παίζεις με παίκτη λιγότερο από το 17ο λεπτό και ούτε καν από αυτή τη θέση δεν τον κάνεις αλλαγή, ενώ ξεκάθαρα αντιμετωπίζει προβλήματα. Τότε θυμίζεις επικίνδυνα τον περσινό προβληματικό Παναιτωλικό με αριστερό μπακ τον Λουσέρο, που αν και φιλότιμος και έμπειρος, δεν ήταν αριστερό μπακ.
Βέβαια, εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος, «και σε ποια θέση να τον βάλεις τότε»; Ε, να και μία επιλογή που μπορεί να είναι καλύτερη για την ομάδα, αλλά και για τον ποδοσφαιριστή, που περνάει ένα εκτεταμένο ντεφορμάρισμα (ας πούμε) από πέρυσι τον Σεπτέμβριο. Μην τον βάζεις ρε αδερφέ! Βάλε κάποιον άλλο! Δόξα τω θεώ ο φετινός Παναιτωλικός δεν έχει ΚΑΜΙΑ σχέση με τον περσινό, από άποψη βάθους και ποιότητας ρόστερ.
Όχι, δεν φταίει ο Ντάλσιο που δεν κέρδισε ο Παναιτωλικός. Ούτε πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως αποδιοπομπαίος τράγος. Αλλά όταν κάποιος, όποιος και αν είναι αυτός, δεν σου δίνει το μέγιστο, ούτε καν τα μισά από αυτά που μπορεί, πρέπει να υπάρχει λόγος και καλύτερα να ψάξεις να βρεις λύση, έστω και χωρίς αυτόν.
Δίπλα του ξεκίνησε ο Τσιγγάρας, ένα νεαρό παιδί που καταπίνει χιλιόμετρα, είναι φιλότιμος και δείχνει ότι μπορεί να βοηθήσει. Παρόλα αυτά, για να αξιοποιηθεί σωστά, πρέπει να έχει και κάποιο στήριγμα. Για άλλη μία φορά έδειχνε χαμένος, χωρίς βοήθειες, με τον Ριέρα και τον Κρέσπι να φτάνουν εύκολα «φάτσα» με τους Λιάβα και Καρασαλίδη και να δημιουργούν αρκετά προβλήματα.
Κακή λειτουργία στον άξονα
Ίσως η όποια κριτική ασκηθεί στους δύο ποδοσφαιριστές που ξεκίνησαν το παιχνίδι ως «εξάρια», να είναι σε μεγάλο βαθμό άδικη, με δεδομένη την αποβολή και την αλλαγή πλάνων από πολύ νωρίς. Όμως ακόμη και μέχρι εκείνο το λεπτό, έντεκα εναντίον έντεκα, ο Αστέρας είχε τον απόλυτο έλεγχο. Από μία ακόμη τέτοια ολιγωρία στον άξονα προέρχεται άλλωστε η φάση της αποβολής. Ο Τσιγγάρας άργησε να πάει στη μπάλα και ο Μουνάφο εύκολα έκανε την πάσα στον Μπαράλες. O Ντάλσιο απλά κοιτούσε και δεν πήγε ποτέ πάνω στον Αργεντινό, αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά πως ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ να ανταποκριθεί σε αυτό τον ρόλο. Ο Μπαράλες που κινούταν στον χώρο του Ντάλσιο, έχοντας μάλιστα πάρει μαζί του και τον Λιάβα, έκανε μία πανέξυπνη πάσα στον Κρέσπι και εκείνος με τη σειρά του ανάγκασε τον Βάντερσον να τον ανατρέψει, παίρνοντας την κόκκινη κάρτα, αφού ήταν και ο τελευταίος αμυνόμενος, εκτός του τερματοφύλακα.
Το ρίσκο στην άμυνα
Και κάπου εδώ, φτάνουμε και στην επιλογή του Λιάβα για το κέντρο της άμυνας. Ενός εξαιρετικά ταλαντούχου ποδοσφαιριστή που αποτελεί ίσως το πολυτιμότερο «περιουσιακό στοιχείο» του Παναιτωλικού, από το έμψυχο δυναμικό του συλλόγου. Ενός πολυσύνθετου ποδοσφαιριστή που διαθέτει όλα τα στοιχεία για να διαπρέψει και πάνω απ’ όλα ποδοσφαιρικό θράσος, τσαμπουκά και εμπνέει εμπιστοσύνη, αγωνιζόμενος πολλές φορές με την ωριμότητα 30άρη. Γι’ αυτό άλλωστε όποιος προπονητής πέρασε από τον πάγκο του Παναιτωλικού, όσο καιρό είναι επαγγελματίας ο Λιάβας, τον χρησιμοποιεί σε κάθε θέση που πιστεύει ότι μπορεί να τον βοηθήσει.
Μπορεί όμως αυτό να βοηθήσει τον ίδιο τον Λιάβα; Μάλλον όχι είναι η απάντηση, αφού ξεκάθαρα δεν είναι κεντρικός αμυντικός, όχι γιατί δεν έχει το ύψος, αλλά γιατί χαραμίζονται έτσι κάποια στοιχεία που μπορεί να προσδώσει στην αγωνιστική εικόνα της ομάδας από άλλη θέση. Ακόμη και αν δεχθούμε πως σαν δεξιός μπακ δεν διαθέτει την απαραίτητη ταχυδύναμη, ενδεχομένως θα ήταν μία πολύ καλύτερη επιλογή ως αμυντικός μέσος ή ακόμη και κεντρικός μέσος. Επίσης έτσι μένει εκτός ενδεκάδας ο Κωνσταντόπουλος που έχει δείξει ότι μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά.
Αν δεν υπάρχει πίστη στον Κωνσταντόπουλο ή τον Μαλή και ο Λιάβας προορίζεται για κεντρικός αμυντικός, ακόμη και όταν η ομάδα παίζει 4-2-3-1, τότε ο Παναιτωλικός ρισκάρει να αφήσει αναξιοποίητο έναν (τουλάχιστον) ακόμη ποδοσφαιριστή και ίσως να έπρεπε να είχε αποκτήσει έναν ακόμη κεντρικό αμυντικό.
Το «όπλο» που ακούει στο όνομα… Αριγίμπι
Επιτέλους, για πρώτη φορά φέτος, ο Μάκης Χάβος επέλεξε να ξεκινήσει με τον Αριγίμπι στην εντεκάδα. Έναν παίκτη που κατά κύριο λόγο ξεκινούσε από τον πάγκο, όποτε ήταν διαθέσιμος, και σχεδόν πάντα με την εμφάνισή του έδειχνε ότι άξιζε τη θέση βασικού. Αυτή τη θέση λοιπόν την πήρε με τον Αστέρα και ήταν αυτός που κράτησε όρθιο τον Παναιτωλικό. Ταχύτατος, με καλή τεχνική κατάρτιση και ένας από τους καλύτερους στο «ένας εναντίον ενός», που με δικό του «κεραυνό» έφερε το παιχνίδι στα ίσια. Μία ακόμη απόδειξη του, «όταν γίνονται αλλαγές, πολλές φορές έρχεται και το επιθυμητό αποτέλεσμα».
Μεντόσα ο… νέος «Αριγίμπι»;
Μία περίπτωση «Αριγίμπι» όμως δείχνει να είναι και αυτή του Μεντόσα. Ακόμη και όταν ο Ντίας ή ο Μάζουρεκ δεν «τραβάνε» και έχουν εξουδετερωθεί από την αντίπαλη άμυνα, ο Χαβιέ Μεντόσα μπαίνει στο παιχνίδι στα τελευταία λεπτά, μη παίρνοντας τον χρόνο που του αναλογεί, παρά το γεγονός ότι δείχνει να διαθέτει τα στοιχεία για να κάνει την διαφορά. Ταχύτητα, τεχνική, πάθος και «άρωμα» Λατινικής Αμερικής που λείπει από ένα, γενικά, «soft» κέντρο, όπως αυτό του Παναιτωλικού. Ποδοσφαιρική «αλητεία», με την καλή έννοια, που μπορεί να φέρει τα πάνω κάτω στην αντίπαλη άμυνα και να αξιοποιήσει τον Ματσόλα που για άλλη μία φορά πάλευε μόνος του με τα… «θηρία», χωρίς να τροφοδοτείται από τους συμπαίκτες του.
Ρόστερ με βάθος και ποιότητα!
Το μόνο σίγουρο είναι ότι σε αντίθεση με πέρυσι, ο Παναιτωλικός έχει ρόστερ με βάθος και ποιότητα. Τουλάχιστον δύο παίκτες σε κάθε θέση, με γεμάτη επιθετική γραμμή, που δεν δικαιολογεί αυτή τη δυσκολία στη δημιουργία φάσεων. Τα «καναρίνια» έχουν δείξει κατά διαστήματα ότι μπορούν να προσφέρουν θέαμα και να πάρουν και αποτελέσματα, όμως αυτό, απαιτεί σωστή διαχείριση.
Μπάμπης Τσιρώνης