Ο Παναιτωλικός έχει μπει και επίσημα από σήμερα στην εποχή Αναστασίου και πλέον το ενδιαφέρον των φίλων του στρέφεται στις όποιες ανανεώσεις – αποδεσμεύσεις και κυρίως… στις μεταγραφές.
Τα προηγούμενα χρόνια η ομάδα του Αγρινίου είχε στηριχθεί στο περίφημο τμήμα σκάουτινγκ, το οποίο, απ’ όποιους και αν απαρτίζεται, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια την εξέθεσε με επιλογές όπως Σανιά, Μπάλμπι, Μαρσιάλ, Ντάλσιο, Μεντίνα, Γιάκολις, Αζάντι και πάρα πολλούς άλλους, τα ονόματα των οποίων αφήνουν κυρίως «πικρές» αναμνήσεις τους φίλους του «Τίτορμου».
Σαν παραδείγματα χρησιμοποιούνται αυτοί, επειδή αποτελούν επιλογές του εν λόγω τμήματος σκάουτινγκ και όχι του εκάστοτε προπονητή, όπως άλλες μεταγραφές που δεν βγήκαν αλλά για διαφορετικούς λόγους. Για παράδειγμα ο Βάντερσον, ο οποίος αν και δεν εντυπωσίασε, έδωσε ότι μπορούσε σε μία προχωρημένη ποδοσφαιρική ηλικία και σε διαφορετικό ρόλο από αυτόν που αγωνιζόταν παλαιότερα, αλλά ήταν επιλογή του Χάβου, δηλαδή του προπονητή.
Να αλλάξει «τακτική» στις μεταγραφές
Έτσι λοιπόν φέτος ο Παναιτωλικός πρέπει να αλλάξει «τακτική» και όποιες επιλογές παικτών γίνουν, να γίνουν από τον Αναστασίου, ο οποίος θα είναι αυτός που θα τους δουλέψει, θα τους έχει στην προετοιμασία, θα έχει καθημερινή τριβή μαζί τους, θα είναι αυτός που θα πρέπει να έχει επιρροή πάνω τους και να πάρει το καλύτερο από αυτούς. Τονίζεται η λέξη «επιλογές». Ο προπονητής δεν πρέπει απλά να δώσει τη «σύμφωνη γνώμη», για επιλογές που έκανε άλλος ή κάποιο τμήμα γι’ αυτόν. Πρέπει να επιλέξει ο ίδιος. Άλλωστε ο προπονητής είναι αυτός που επιλέγει την ενδεκάδα και αυτό πρέπει να γίνεται από ένα συγκεκριμένο ρόστερ, το οποίο θα πρέπει να έχει χτίσει ο ίδιος και όχι άλλοι για λογαριασμό του, με αυστηρά οικονομικά κριτήρια (π.χ. τη φθηνότερη λύση) ούτε όμως και με κριτήρια συνεργασιών που δεν έχουν αποδώσει τίποτα αγωνιστικά και αναθεματίζονται από την πλειοψηφία των φιλάθλων (π.χ. Μπενφίκα).
Το ίδιο ισχύει και για μεταγραφές μέσω συγκεκριμένων μάνατζερ ή «επαφών» σε συγκεκριμένες αγορές (Πορτογαλία και Λατινική Αμερική) που έχουν φορτώσει τα τελευταία χρόνια ουκ ολίγους ανεπαρκείς (για να μη χρησιμοποιηθεί βαρύτερος χαρακτηρισμός) ποδοσφαιριστές στον Παναιτωλικό.
Φέτος ο Παναιτωλικός πρέπει πάση θυσία να αποφύγει την πεπατημένη και να στηρίξει περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά τον προπονητή που ο ίδιος επέλεξε.
Δεν λέει κανείς ότι έτσι θα του βγουν όλες οι μεταγραφές. Αυτό εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να συμβεί σε καμία ομάδα. Όμως έτσι ελαχιστοποιείται το ρίσκο και θεωρητικά αυξάνεται η πιθανότητα να είναι επιτυχημένες οι περισσότερες από τις κινήσεις του καλοκαιριού, σε αντίθεση με τα προηγούμενα δύο χρόνια.
Το μπάτζετ θα είναι το Α και το Ω στις μεταγραφές
Για όλα τα παραπάνω βέβαια, καθοριστικό ρόλο θα παίξει το μπάτζετ του Παναιτωλικού. Αν η ομάδα του Αγρινίου επενδύσει σοβαρά τα σημαντικά αυξημένα έσοδά της λόγω των χρημάτων που πέφτουν πλέον στο πρωτάθλημα από το στοίχημα (περίπου 1,5 εκατομμύριο ευρώ για τις ομάδες των «κυβικών» του Παναιτωλικού) και σε συνδυασμό με τα περίπου άλλα τόσα από τα τηλεοπτικά (τουλάχιστον εκεί αναμένεται να κλείσει η όποια συμφωνία, βάσει των δεδομένων των τελευταίων ετών), τότε θα βελτιωθεί αισθητά η ποιότητα του ρόστερ. Και σε αυτά πρέπει να προσμετρηθούν και τα όποια έσοδα από μεταγραφές τα οποία θα είναι στη διάθεση των ανθρώπων του «Τίτορμου» για να επενδυθούν κατάλληλα. Για παράδειγμα, η μεταγραφή του Κωνσταντόπουλου στο Βέλγιο μπορεί να αποφέρει περισσότερα από 500.000€ σε πρώτη φάση (χωρίς δηλαδή τις όποιες ρήτρες ή και ποσοστά μεταπώλησης).
Αν λοιπόν, με βάση όλα τα παραπάνω, θεωρηθεί ότι στην χειρότερη των περιπτώσεων, χωρίς να προσμετρώνται εισιτήρια (δεν έχει ξεκαθαρίσει τι θα συμβεί για την παρουσία κόσμου στα γήπεδα) ή χορηγίες, ο Παναιτωλικός θα έχει έσοδα τουλάχιστον 3,5 εκατομμυρίων ευρώ τη σεζόν 2021-22, τότε δεν υπάρχουν δικαιολογίες για επιλογές των 20 – 30 χιλιάδων ευρώ ετησίως και χωρίς εμπειρία σε πρώτη ομάδα, παρά μόνο σε ομάδες νέων και δανεισμούς σε μικρές κατηγορίες.
Επιλογές με εμπειρία από το ελληνικό πρωτάθλημα
Επιβάλλεται επίσης να αποκτηθούν και κάποιοι έμπειροι ποδοσφαιριστές που και την προηγούμενη σεζόν αγωνίστηκαν στο ελληνικό πρωτάθλημα.
Σίγουρα κάθε ομάδα χρειάζεται και τα «blue chips», δηλαδή νέους εξελίξιμους ποδοσφαιριστές με προοπτικές μεταπώλησης, όμως από μόνοι τους δεν μπορούν να δημιουργήσουν ένα πλήρες σύνολο. Πάντα θα απαιτείται η εμπειρία, η οποία υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις μπορεί να βοηθήσει αυτούς τους ποδοσφαιριστές να πετύχουν ακόμη περισσότερα.
Μπάμπης Τσιρώνης