Γράφει ο Βασίλης Νάκας *
Τον άρχοντα τριών δει μεμνήσθαι: Πρώτον, ότι ανθρώπων άρχει. Δεύτερον, ότι κατά νόμους άρχει. Τρίτον, ότι ουκ αεί άρχει. ( όποιος βρίσκεται στην εξουσία πρέπει να θυμάται τρία πράγματα. Ότι κυβερνάει ανθρώπους, ότι πρέπει να εξουσιάζει σύμφωνα με τους νόμους, κι ότι δεν θα κυβερνάει για πάντα).
Στη ρήση αυτή του Αγάθωνος, τραγικού ποιητή του 5ου αιώνα π.Χ, απαύγασμα της πολιτικότατης σοφίας των προγόνων μας, οι σύγχρονοί μας οικούντες και παροικούντες τα της εξουσίας, πού στα αλήθεια έχουν αποδειχτεί άξιοι συνεχιστές των πρωτοπόρων εκείνων πνευμάτων που εφηύραν και οργάνωσαν τους θεσμούς της δημοκρατίας; Σήμερα, δυστυχώς, τα ενάντια έχουν επικρατήσει. Κι οι θεμελιώδεις αυτές αρχές του ήθους και της σεμνότητας, που ως παρακαταθήκη διαχρονική θα έπρεπε να χαρακτηρίζουν έργω και λόγω τη διεκδίκηση και την άσκηση κάθε αξιώματος, έχουν καταντήσει κενές περιεχομένου, λειτουργώντας περισσότερο σαν σημαίες ευκαιρίας στην εξυπηρέτηση προσωπικών βλέψεων.
Εκεί ακριβώς βρίσκεται και η τραγικότητα των ανωτέρω διδαγμάτων: αντί να αποτελούν φάρους κατευθυντήριους στον πολιτικό μας βίο, στοιχειώνονται από την αδυναμία των νεότερων να συλλάβουν το μεγαλείο και τη διαχρονικότητά τους. Είναι τα αμετανόητα τέκνα της εποχή μας, που προτιμούν να επαναλαμβάνουν, σαν μαθητευόμενοι μάγοι, τις ίδιες και τις ίδιες παρωχημένες συνταγές από το να διδάσκονται και να διορθώνονται από τα αμέτρητά τους λάθη. Είναι τα άφρονα τέκνα, που προτιμούν να διαστρέφουν τους όρους της χρηστής διοίκησης, των ευθυνών, των ρηξικέλευθων σχεδιασμών και των παραγωγικών – άμεσων λύσεων, υποβιβάζοντας τον ρόλο του πολίτη, αναβιβάζοντας την αναξιοκρατία σε κοινή πρακτική, κι επιβάλλοντας ένα ημινόμιμο σύστημα ιδιοτελών συμφερόντων και παραγοντισμών.
Η δημοκρατία όμως δεν ασπάστηκε ποτέ πραγματικά ανθρώπους στέρφους από θέσεις και οραματισμούς, που η μόνη τους σχέση με τα κοινά υπήρξε πάντα η θέση ως καρέκλα και ως έπαθλο εξουσίας. Τέτοιους τύπους τους αποστρέφονται οι υγιείς δημοκρατίες και εν καιρώ τους γκρεμίζουν από τα μεγαλοσχήμονα έδρανά τους.
Σε αυτό το σημείο είναι που ο πολίτης οφείλει να αναθυμηθεί τα ΔΕΙ του άρχοντα και να επιδιώξει αγόγγυστα την εφαρμογή τους. Σε αυτό το σημείο, το μη παρέκει, είναι που οφείλει να αξιοποιήσει το ύψιστο δημοκρατικό του καθήκον, την αδέκαστη ετυμηγορία της ψήφου του, για να επαναφέρει στην τάξη τους στρεβλά πλανημένους, όσους, δηλαδή, θεώρησαν ότι κατέχουν θώκους και αξιώματα κληρονομικώ δικαιώματι, αποξεχνώντας ότι τους παραχωρήθηκαν εν είδει κοινωνικού συμβολαίου, κι ότι η ώρα της λογοδοσίας αργά ή γρήγορα έρχεται. Διότι ο λαός δεν άρχεται μόνο, αλλά και άρχει… και τότε διεκδικεί, με βούληση και με θάρρος, και γίνεται κριτής και συμμετέχει και δεν διστάζει να απαλλάξει από τις εγωκεντρικές φαντασιώσεις τους όσους λιμνάζουν, κούφιοι σαν παφλασμοί, μέσα στη ρέμβη τους για αδιάκοπες θητείες.